- ηὐλίσθη
- заночевал
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
ηὐλίσθη — αὐλίζομαι lie in the aor ind pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)